Τσάφος: Η κρίση στο αέριο ευθύνεται για τις υψηλές τιμές ηλεκτρισμού, όχι η πράσινη μετάβαση

Στο πρόβλημα του ενεργειακού κόστους, τη βέλτιστη αξιοποίηση των ΑΠΕ και τους κλιματικούς στόχους αναφέρθηκε ο νέος υφυπουργός ΠΕΝ, Νίκος Τσάφος, κατά τη διάρκεια συνέντευξης που παραχώρησε στο podcast “Cleaning Up”, δίνοντας έτσι το δικό του στίγμα για το ποιες είναι οι ενδεδειγμένες λύσεις.
Μιλώντας για την ευρύτερη εικόνα στην Ευρώπη, όπως μεταδίδει το news247.gr, τόνισε ότι η κεντρικότερη πρόκληση σήμερα είναι οι τιμές. Όπως εξήγησε, ο βασικός λόγος για τον ακριβό ηλεκτρισμό στην ήπειρο είναι η σφιχτή κατάσταση στο φυσικό αέριο και όχι η ενεργειακή μετάβαση.
“Τα διαθέσιμα στοιχεία φανερώνουν ότι η χαμηλή ένταση εκπομπών στην ευρωπαϊκή ηλεκτροπαραγωγή συνδέεται με χαμηλές τιμές και το αντίστροφο. Αν δούμε την ελληνική τιμή ρεύματος, μπορεί να πει κανείς ότι σχηματίζεται από το πόσο αέριο ή λιγνίτη ή ΑΠΕ χρησιμοποιούμε, το διασυνοριακό εμπόριο κτλ. Πιο σημαντικό από όλα, όμως, είναι το πόσο αέριο χρησιμοποιούμε κάθε ημέρα. Υπάρχει ένας άμεσος συσχετισμός”, σχολίασε ο κ. Τσάφος.
Ο υφυπουργός δήλωσε εν μέρει αισιόδοξος για την εικόνα στο εξής στην ευρωπαϊκή αγορά φυσικού αερίου. Παρόλο που όλα δείχνουν ότι έρχονται παραπάνω ποσότητες LNG διεθνώς, η Ευρώπη δεν πρέπει να επαναπαυτεί και οφείλει να ασχοληθεί με τον τρόπο λειτουργίας της αγοράς.
“Η Ε.Ε. προσπαθεί να έχει μια πιο ομαλή τροχιά για την αναπλήρωση των αποθηκών αερίου. Επίσης, η τιμή στο αέριο επηρεάζεται έντονα από χρηματοοικονομιικούς παίκτες, οι οποίοι είναι ο μεγαλύτερος οδηγός και ενισχύουν το πολιτικό ρίσκο. Πρέπει να δούμε το πως λειτουργεί η αγορά ώστε να μην οδηγούν σε υπέρμετρες αυξήσεις.
Το αέριο έρχεται από τις ΗΠΑ με μια τιμή κοντά στα 25 ευρώ/MWh και φτάνει να πωλείται για 35-40 ευρώ, άρα κάποιος καρπώνεται τη διαφορά. Εμείς λέμε ότι αν συνεχίσουμε έτσι, θα έχουμε πρόβλημα σε περιόδους στενότητας”, τόνισε ο κ. Τσάφος.
Στην Ελλάδα κρίσιμο θέμα για το μέλλον είναι η εξισορρόπηση των ΑΠΕ δίχως υψηλό κόστος, τη στιγμή που πανευρωπαϊκά παρατηρούνται έντονες προκλήσεις εποχιακά.
“Το χειμώνα οδηγούμαστε σε έντονες ημερήσιες μεταβολές λόγω των αιολικών και αυτό με απασχολεί ιδιαίτερα. Δεν ανησυχώ τόσο για το καλοκαίρι διότι τα πράγματα είναι κάπως πιο απλά με τα φωτοβολταϊκά”, παρατήρησε.
Σύμφωνα με τον ίδιο, η απάντηση για το πρόβλημα είναι το διασυνοριακό εμπόριο και η ενίσχυση των διασυνδέσεων.
“Η Ελλάδα έχει διαφορετικά ανεμολογικά στοιχεία σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη, άρα έχει νόημα. Το γεγονός αυτό μας δείχνει τις δυνατότητες από μια πιο ενσωματωμένη ευρωπαϊκή αγορά. Κάθε δεδομένη ημέρα, η μια χώρα θα συνεισφέρει με τα υδροηλεκτρικά, η άλλη με φωτοβολταϊκά και ούτω καθεξής. Δεν το έχουμε πετύχει ακόμα να έχουμε τέτοιες συνέργειες. Για παράδειγμα, η Αλβανία έχει υδροηλεκτρικά και πρέπει να ενταχθεί στο περιφερειακό εμπόριο”, παρατήρησε ο υφυπουργός.
Η ενίσχυση των διασυνδέσεων έχει μεγάλα περιθώρια να μειώσει το κόστος, ιδίως με βάση τα όσα βιώσαμε πέρυσι όταν η ΝΑ Ευρώπη επί της ουσίας αποσυνδέθηκε από την Κεντρική Ευρώπη σε τιμολογιακούς όρους.
“Πέρυσι περάσαμε μια φάση που τα Βαλκάνια αποσυνδέθηκαν από την Κεντρική Ευρώπη. Μέτρησα ότι το κόστος στη δική μας πλευρά ήταν 50 εκατ. ευρώ παραπάνω σε ένα μόνο απόγευμα. Όταν βλέπεις τόση μεταβλητότητα, έχει νόημα η επένδυση σε διασυνδέσεις, ακόμα και πέραν των προβλεπόμενων. Υπάρχει μεγάλο περιθώριο μείωσης του κόστους από όλη αυτή την προσπάθεια”, τόνισε.
Ο κ. Τσάφος αναφέρθηκε και στη μετατροπή της Ελλάδας σε εξαγωγέα ηλεκτρικής ενέργειας πέρυσι για πρώτη φορά μετά από δύο δεκαετίες:
“Τα όσα συνέβησαν στη Νορβηγία με τις σχετικές αντιδράσεις, τα είδαμε σε ένα βαθμό και στην Ελλάδα, όταν γίναμε εξαγωγέας πέρυσι για πρώτη φορά. Οι αντιδράσεις ήταν αντίστοιχες και εστίασαν στο ότι αυξάνεται η εγχώρια τιμή. Όμως, η τιμή ήταν υψηλή για όλους και εμείς ήμασταν χαμηλότερα, ενώ αν ήμασταν εισαγωγέας, θα ήταν πιο υψηλή. Ανησυχώ για αυτό και εν τέλει αφιέρωσα χρόνο στο θέμα. Υπάρχουν ορισμένες εύκολες λύσεις, όπως να μην έχουμε συντήρηση μονάδων το καλοκαίρι ή γραμμές που δεν αξιοποιούνται πλήρως”.
Περνώντας στο ζήτημα της ανταγωνιστικότητας της βιομηχανίας, ο υφυπουργός τόνισε ότι παρατηρούνται έντονες διαφορές μέσα στην Ευρώπη.
“Μεγάλο μέρος της ανησυχίας δεν προέρχεται από το ίδιο το κόστος της ενέργειας, αλλά από το κόστος της απανθρακοποίησης εν γένει που περιλαμβάνει το CO2, τα ρυθμιστικά θέματα, τους στόχους κτλ. Το θετικό είναι ότι μπορούμε να τα επηρεάσουμε. Πιστεύω στο να επιμερίσουμε το θέμα της ανταγωνιστικότητας και να δούμε τα πράγματα ανά τομέα για να βοηθήσουμε τις βιομηχανίες”, υπογράμμισε.