Κατώτατος μισθός – Νίκη Κεραμέως: Θεσπίζουμε δίχτυ ασφαλείας στα 950 ευρώ
Με διαφορετικές προσεγγίσεις εμφανίστηκαν οι αρμόδιοι εξωκοινοβουλευτικοί φορείς, που κλήθηκαν στην Επιτροπή Κοινωνικών Υποθέσεων της Βουλής, να εκφράσουν τις απόψεις τους επί του νομοσχεδίου, του Υπουργείου Εργασίας, που αφορά την «ενσωμάτωση ευρωπαϊκής οδηγίας για επαρκείς κατώτατους μισθούς».
Από την πλευρά της, η υπουργός Εργασίας, Νίκη Κεραμέως, σχολιάζοντας τις επισημάνσεις και τις επιφυλάξεις που εκφράστηκαν, αντέτεινε ότι αυτό που θεσπίζει η κυβέρνηση είναι ένα δίχτυ ασφαλείας 950 ευρώ κατώτατου μισθού και από κει και πέρα οι κοινωνικοί φορείς μπορούν να προσπαθήσουν για περισσότερα, όπως αναφέρει το ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Ειδικότερα:
Ο πρόεδρος της ΕΛΣΤΑΤ, Θανάσης Θανόπουλος, χαρακτήρισε «επιβεβλημένη, κρίσιμη και σωστή την συμμετοχή της Ελληνικής Στατιστικής Υπηρεσίας στον επιστημονικό διάλογο που προηγήθηκε».
Όπως είπε, η Στατιστική Υπηρεσία, «διαθέτει την απαραίτητη επιστημονική εμπειρία σε ότι αφορά την σύνθεση των δεικτών που θα λαμβάνονται υπόψη για την αύξηση του κατώτατου μισθού των εργαζομένων, οι οποίοι είναι αντικειμενικοί και αξιόπιστοι».
«Για ένα απλό σύστημα αλγόριθμου που εφαρμόζεται με επιτυχία πάνω από 50 χρόνια στη Γαλλία», μίλησε ο Μιχαήλ Αργυρού, πρόεδρος του Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων, τονίζοντας ότι «εξασφαλίζει την αγοραστική δύναμη των εργαζομένων, καθώς η αύξηση των κατώτατων μισθών συνδέεται με κρίσιμους δείκτες της οικονομίας, όπως η ακρίβεια και η αύξηση της παραγωγικότητας».
Κατά του νομοσχεδίου δήλωσε η αντιπρόεδρος της ΓΣΕΕ, Σοφία Καζάκου, υποστηρίζοντας ότι «δεν εκπληρώνει ούτε τον στόχο της κοινοτικής οδηγίας ούτε εξασφαλίζει τον κατώτατο μισθό για τους εργαζόμενους ενώ για τον καθορισμό της αύξησης του κατώτατου μισθού αγνοούνται σημαντικοί κοινωνικοί δείκτες».
Ταυτόχρονα, ζήτησε την επαναφορά της αρμοδιότητας της αύξησης μισθών στους κοινωνικούς εταίρους με την σύναψη συλλογικών συμβάσεων εργασίας.
Υποστήριξε ακόμα ότι το νομοσχέδιο υιοθετεί για τους κοινωνικούς εταίρους ένα ρόλο διακοσμητικό και αφαιρεί την αποφασιστική συμβολή τους.
Ο επιστημονικός σύμβουλος της ΓΕΣΕΒΕ, Γεώργιος Θανόπουλος, ανέφερε ότι «οι θεσμικοί εταίροι θα έπρεπε να συμμετάσχουν ουσιαστικά στη διαβούλευση, κάτι που δεν έγινε», και συντάχθηκε με την άποψη για «επαναφορά της αρμοδιότητας των κοινωνικών εταίρων για τον καθορισμό του κατώτατου μισθού».
Υποστήριξε ακόμα ότι, οι δημόσιοι υπάλληλοι, δεν εντάσσονται επί της ουσίας στην αύξηση του κατώτατου μισθού, η οποία θα εξαρτάται από την δημοσιονομική κατάσταση της χώρας.
Ο Αντιπρόεδρος της ΑΔΕΔΥ, Δημήτρης Μπράτης, χαρακτήρισε θετικό ότι «στο νομοσχέδιο συμπεριλαμβάνεται και η συμμετοχή των δημοσίων υπαλλήλων για επαρκείς αυξήσεις στον κατώτατο μισθό», ωστόσο όπως είπε, αυτό είναι αδύνατον να επιτευχθεί γιατί δεν υπάρχει ο 13ος και 14ος μισθός που έχουν οι εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα.
Τόνισε ακόμα ότι στο νομοσχέδιο απουσιάζει πρόβλεψη για το δημόσιο τομέα στο ζήτημα των συλλογικών διαπραγματεύσεων ενώ εξέφρασε την αντίθεση του να αποφασίζει μονομερώς ο υπουργός για τους κατώτατους μισθούς αντί οι κοινωνικοί εταίροι.
Θετική στο νομοσχέδιο, δήλωσε η Κατερίνα Δασκαλάκη, διευθύντρια στον τομέα Εργασιακών Σχέσεων του ΣΕΒ, τονίζοντας ότι υπηρετεί τον εθνικό στόχο για ισχυρή ανάπτυξη, υγιή ανταγωνισμό και διασφάλιση των μισθών.
Μίλησε ακόμα, για «έναν αυτόματο σαφή και οριοθετημένο μηχανισμό αναπροσαρμογής, με βάσει συγκεκριμένους δείκτες τιμών και αγοραστικής δύναμης» και πρόσθεσε ότι, «είμαστε στην ορθή κατεύθυνση σε ότι αφορά τον μαθηματικό τύπο, όμως είναι προβληματικό το ζήτημα της παραγωγικότητας».
Την αντίθεσή του «στο να ορίζει η κυβέρνηση, με τα δικά της κριτήρια το ύψος του κατώτατου μισθού των εργαζομένων», δήλωσε ο Γιώργος Χότζογλου, πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας εργαζομένων στον Επισιτισμό-Τουρισμό.
Παράλληλα, κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι καταργεί τη δημόσια διαβούλευση και τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας, ενώ αφήνει ανοιχτό τη μείωση των μισθών για δημοσιονομικούς λόγους.
Ο Γιώργος Αμβράζης, σύμβουλος του προέδρου του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων, τόνισε την ανάγκη διευκρινήσεων για τον συντελεστή δεικτών που λαμβάνονται υπόψη για τους μισθούς, σημειώνοντας ότι δεν είναι αντιπροσωπευτικοί για τους εργαζόμενους ενώ είναι απαραίτητο να λαμβάνεται υπόψη η εξέλιξη της πραγματικής αγοραστικής δύναμης τους.
Την «απόσυρση του νομοσχεδίου που θεσπίζει ένα μόνιμο κόφτη με στόχο να κρατηθεί στα ελάχιστα επίπεδα ο μισθός των εργαζομένων», ζήτησε ο Ιωάννης Τασιούλας, πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Οικοδόμων,
«Αυτοί που προστατεύετε δεν είναι οι εργαζόμενοι αλλά οι εργοδότες, θεσπίζοντας ένα μόνιμο κόφτη που θα παρεμβαίνει, με επίκληση τα δημοσιονομικά της χώρας, για να προστατευτούν οι ισχυροί, κρατώντας σε χαμηλό επίπεδο τον κατώτατο μισθό», είπε.
Υπέρ του νομοσχεδίου τάχθηκε, η Πατρίνα Παπαρηγοπούλου, πρόεδρος της Επιστημονικής Επιτροπής για την ενσωμάτωση της κοινοτικής οδηγίας, τονίζοντας μεταξύ άλλων ότι: « οι κοινωνικοί εταίροι διευκολύνονται να συνάπτουν συλλογικές συμβάσεις εργασίας, εντάσσονται και οι δημόσιοι υπάλληλοι και όχι μόνο οι εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα στην αύξηση του κατώτατου μισθού, απαγορεύεται η μείωση των μισθών ενώ ελέγχονται από την ΕΕ τα κριτήρια και η αγοραστική δύναμη των εργαζομένων».
Συμπλήρωσε ακόμα ότι, αναβαθμίζεται η συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων ενώ πρώτη φορά δημιουργείται όργανο που θα διαβουλεύεται και θα μπορεί να θεσπίζει αυξήσεις στους μισθούς.
Η Σταυρούλα Παπαδημητρίου, εκπρόσωπος του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας, τόνισε την ανάγκη νομικής στήριξης των εργαζομένων επιθεωρητών εργασίας, από άστοχες κακόβουλες επιθέσεις που δέχονται από εργοδότες που παρανομού, καθώς και την επαρκή στελέχωση του.
Για «νομοσχέδιο που σαφέστατα είναι προς σωστή κατεύθυνση και έχει πολλά οφέλη για τους εργαζόμενους», έκανε λόγο ο αντιπρόεδρος του Συνδέσμου Βιομηχανιών Ελλάδος, Ιωάννης Σταύρου.
Όπως ανέφερε, «δεν θα υπάρχουν πολιτικά κριτήρια για αυξήσεις μισθών και αυτό προσδίδει διαφάνεια και αντικειμενικότητα για τον μαθηματικό τύπο που επιτυχώς η Γαλλία χρησιμοποιεί για 50 και πλέον χρόνια».
Τόνισε ωστόσο, ότι θα πρέπει να αποσαφηνιστεί η έννοια της παραγωγικότητας, γιατί δεν είναι εύκολη να κατανοηθεί στην πραγματική αύξηση των μισθών.
Ο εκπρόσωπος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Θεάματος και Ακροάματος, Αναστάσιος Κατωπόδης, τόνισε την ανάγκη επαναφοράς των γενικών συλλογικών συμβάσεων εργασίας για όλους τους εργαζόμενους, σημειώνοντας ότι από το νομοσχέδιο απουσιάζουν υποχρεωτικού χαρακτήρα ρυθμίσεις για τους εργοδότες.
Παράλληλα, έδωσε έμφαση στον κλάδο της τέχνης και του πολιτισμού, τονίζοντας ότι «δεν υπάρχει καμία θεσμική στήριξη των εργαζόμενων, οι οποίοι βιώνουν τεράστια ανεργία, υποαπασχολούνται, ενώ παραβιάζονται συστηματικά και βάναυσα τα εργασιακά και ασφαλιστικά τους δικαιώματα».
«Στην ενσωμάτωση της κοινοτικής οδηγίας θα μπορούσαν να υπάρχουν ρυθμίσεις για σειρά θεμάτων που αντιμετωπίζουμε, ωστόσο δυστυχώς δεν τις βλέπουμε»,, σημείωσε
Ο αντιπρόεδρος της Συνομοσπονδίας Εμπορίου και Επιχειρήσεων, Αντώνης Μέγγουλης, υπογράμμισε ότι πάγια θέση της Συνομοσπονδίας είναι η επαναφορά του κατώτατου μισθού, στην αρμοδιότητα των κοινωνικών εταίρων. Παράλληλα, εξέφρασε αντιρρήσεις ως προς τον υπολογισμό του δείκτη τιμών, σημειώνοντας ότι είναι ασαφές αν λαμβάνεται υπόψη η μέση οικονομία και τα πραγματικά οικονομικά στοιχεία.
Νίκη Κεραμέως: Θεσπίζουμε δίχτυ προστασίας στα 950 ευρώ για εργαζόμενους
Μετά την ακρόαση των κοινωνικών φορέων, η υπουργός Εργασίας, Νίκη Κεραμέως, χαρακτήρισε «γόνιμη, αναλυτική, ουσιαστική την διαβούλευση που έγινε μαζί τους», προσθέτοντας ότι «ήδη έχουν ενσωματωθεί οι προτάσεις τους.
Τόνισε ακόμα ότι, «ο μαθηματικός τύπος είναι χωρίς παρεκκλίσεις και δεσμευτικός για την κυβέρνηση και στη ρύθμιση περιλαμβάνονται όλα τα κριτήρια της οδηγίας για την αγοραστική δύναμη των εργαζομένων και το επίπεδο μισθών».
Όπως είπε, «ο ρόλος των κοινωνικών εταίρων αναβαθμίζεται, θα είναι εκτενέστατος και μετά την ψήφιση του νομοσχεδίου, θα συγκροτηθεί επίσημος διαπραγματευτής στον οποίο θα συμμετέχουν και οι ίδιοι αλλά και τα κοινοβουλευτικά κόμματα».
Απέρριψε δε αιτιάσεις περί καθιέρωσης μόνιμου κόφτη μισθών, αντιτείνοντας ότι μόνο αυξήσεις προβλέπονται και ρητά απαγορεύεται η μείωση τους.
«Οι εργαζόμενοι θέλουν να ξέρουν με τι ακριβώς θα αμείβονται. Και αυτό κάνουμε για να έχουν ασφάλεια. Εμείς λέμε ότι πρέπει να θεσπίσουμε και να υπάρχει ένα δίχτυ ασφαλείας 950 ευρώ και από κει και πέρα μακάρι οι κοινωνικοί εταίροι να θεσπίσουν κάτι περισσότερο», κατέληξε η κ. Κεραμέως.